Εντελώς ανορθολογικό, να θυμούνται όλοι την Αρχαία Ελλάδα και όχι την Κατοχική - γράφει ο Ρίτσαρντ Κλογκ Την 26
η Απριλίου του 1941, μία ημέρα πριν ο Γερμανικός στρατός υψώσει την σβάστικα πάνω από την Ακρόπολη, ανατέθηκε στον Χόμερ Ντέιβις, πρόεδρο του Κολλεγίου Αθηνών, από την Ενωση για την Περίθαλψη θυμάτων του Ελληνικού πολέμου να μετατρέψει δύο εκατομμύρια δολάρια σε δραχμές- χρήματα που συγκεντρώθηκαν από Ελληνοαμερικανούς φίλους του. Αφού τον προειδοποίησαν ότι τα χρήματα θα παραδίδονταν σε χαρτονομίσματα μικρής ονομαστικής αξίας, οδηγήθηκε στην Τράπεζα της Ελλάδος συνοδευόμενος από τρείς βοηθούς που κουβαλούσαν ένα μπαούλο και δύο μεγάλες βαλίτσες. Εκεί όμως ανακάλυψαν ότι η κυβέρνηση είχε ήδη μεταφέρει το απόθεμα της τράπεζας σε ρευστό στην Κρήτη τρείς ημέρες νωρίτερα. Ο Ντέιβις περίμενε μέχρι το Συμβούλιο της τράπεζας να συσκεφθεί για το αν θα επικυρώσουν obsolete notes-απαξιωμένα γραμμάτια που βρίσκονταν αποθηκευμένα στο θησαυροφυλάκιο της. Τελικά συμφώνησαν να το κάνουν, όμως ήταν τέτοιος ο όγκος, που τελικά το μπαούλο και οι βαλίτσες αποδείχτηκαν ανεπαρκή και κάποια από τα χαρτονομίσματα έπρεπε να στριμωχτούν όπως- όπως στα παλτά των μελών του κόμματος. Το φορτίο κατατέθηκε την τελευταία στιγμή στη διπλωματική αντιπροσωπεία των Ηνωμένων Πολιτειών.
Η τριμερής κατοχή της Ελλάδας από τους Γερμανούς, τους Ιταλούς και τους Βούλγαρους σηματοδότησε την απαρχή μιας από τις πιο οξείες περιπτώσεις υπερπληθωρισμού που έχει καταγραφεί ποτέ. Ήταν πέντε χιλιάδες φορές σφοδρότερος από τον πληθωρισμό της Βαϊμάρης στις αρχές της δεκαετίας του 1920. Τα επίπεδα των τιμών τον Ιανουάριο του 1946 ήταν πάνω από πέντε τρισεκατομμύρια φορές υψηλότερα από αυτά του Μαΐου του 1941. Η τιμή συναλλάγματος της χρυσής λίρας τον Σεπτέμβριο του 1944, λίγο μετά την απελευθέρωση, έφτασε στα 170 τρισεκατομμύρια δραχμές. Εκείνο τον καιρό, ο σωρός οπό αξιόγραφα του Ντέιβις μόλις που έφτανε για να αγοράσει κανείς μια φρατζόλα ψωμί.
Οι σχολιαστές της παρούσας κρίσης στην Ελλάδα έχουν υποκλιθεί επανειλημμένως στην αντίληψη ότι η Ευρώπη οφείλει την ιδέα της δημοκρατίας στην αρχαία Ελλάδα- ένα ζήτημα προς συζήτηση. Ορισμένοι το πάνε ακόμα πιο μακριά. Ο Λάρι Έλιοτ, οικονομικός συντάκτης της
Guardian,γράφοντας για μια ελληνική τραγωδία που εξελίσσεται, ανέφερε -μέσα σε ένα μόνο άρθρο του- την Ελλάδα, όχι μόνο ως γενέτειρα της δημοκρατίας, αλλά και το μαρτύριο του Σίσυφου και την πτήση του Ίκαρου.Στους σύγχρονους Έλληνες, τέτοιου είδους κλασσικά αναλογικά επιχειρήματα μικρή απήχηση έχουν, υπενθυμίζοντάς τους πόσο λίγα είναι γνωστά έξω από την Ελλάδα για την πρόσφατη ιστορία της. Γεγονότα που συνέβησαν στην πρόσφατη ιστορία διαμορφώνουν τις αντιδράσεις στην τωρινή τους δοκιμασία. Για την ακρίβεια, μετανιώνουν πικρά το γεγονός ότι ένας Γερμανός εισηγείται την επιβολή μέτρων λιτότητας, καθώς και ότι ένα γερμανικό σκανδαλοθηρικό περιοδικό περιφρονεί τους «τεμπέληδες» Έλληνες, οι οποίοι υποτίθεται ότι το μόνο που σκέφτονται είναι να συνταξιο
δοτηθούν νωρίς εισπράττοντας μια παχυλή σύνταξη. Τη στιγμή που οποιοσδήποτε Έλληνας άνω των εβδομήντα ετών έχει επιζήσει όχι μόνον έναν θεόρατο υπερπληθωρισμό, αλλά και έναν από τους χειρότερους λιμούς της σύγχρονης Ευρωπαϊκής ιστορίας. Λιμός που ήταν άμεση συνέπεια της πολεμικής Κατοχής. Για ορισμένους, μάλιστα, ο φυσιολογικός ρυθμός ανάπτυξής τους στην παιδική ηλικία σταμάτησε μόνιμα εξαιτίας του υποσιτισμού.Η Κατοχή επιβλήθηκε σύμφωνα με την πολεμική τακτική εισβολής, Μπλίτσκριγκ. Μέσα σε λίγους μήνες, τα πτώματα των θυμάτων του λιμού άρχισαν να φορτώνονται καθημερινά σε κάρα και να θάβονται σε ομαδικούς τάφους. Υπολογίζεται ότι την διετία 1941- 1943 πέθαναν περίπου 200,000 άνθρωποι από την ασιτία. Τον Ιανουάριο του 1942, ο Χάρολντ Νίκολσον κατέγραψε στο ημερολόγιό του ότι θα προτιμούσε να στείλει 100 τόνους σιτηρά στην Ελλάδα από το να γράψει ένα αξιομνημόνευτο έργο. «Ποια η αξία του Συμποσίου, την στιγμή που διακόσιοι Έλληνες πεθαίνουν κάθε μέρα από την πείνα;» Η οργάνωση Oxfam δημιουργήθηκε από τις προσπάθειες της Επιτροπής του Oxford για την Καταπολέμηση της Πείνας ώστε να αντιμετωπιστεί ο λιμός στην Ελλάδα. Κατά την διάρκεια μιας «Ελληνικής Εβδομάδας» τον Οκτώβριο του 1943, συγκεντρώθηκαν 12.700 λίρες (Αγγλίας) που σήμερα θα ισούταν με 250,000 λίρες. Οι πιέσεις που ασκήθηκαν, ιδίως από την μεγάλη ελληνοαμερικανική κοινότητα, οδήγησαν την Βρετανική κυβέρνηση -κάπως απρόθυμα- να άρει μερικώς τον αποκλεισμό της γερμανοκρατούμενης Ευρώπης, έτσι ώστε να επιτραπεί η αποστολή τροφίμων στην Ελλάδα υπό την αιγίδα του Ερυθρού Σταυρού. Ο λιμός και ο υπερπληθωρισμός ήταν μονάχα δύο από τις συμφορές που έπληξαν την κατεχόμενη Ελλάδα. Πάνω από το 80% του πληθυσμού της μακρόχρονα εγκατεστημένης, ισπανόφωνης Εβραϊκής κοινότητας σκοτώθηκε, κυρίως στο Άουσβιτς- Μπίρκεναου, Στο διάστημα λίγων μόνο εβδομάδων, ξεκινώντας από τον Μάρτιο του 1943, περίπου 49.000 Ελληνοεβραίοι, κυρίως από την Θεσσαλονίκη, την «Ιερουσαλήμ Των Βαλκανίων», στοιβάχτηκαν σε φορτηγά και μεταφέρθηκαν στην Πολωνία. Η εικόνα δυο Ελληνοεβραιων παιδιών, πνιγμένα σε ένα λάκκο με περιττώματα, μαρτυρία που προέκυψε κατά την διάρκεια δίκης φρουρών του στρατοπέδου συγκέντρωσης στο Μαιντάνεκ, συμβόλιζε την μοίρα της ευρύτερης κοινότητας.
Κατά την διάρκεια των τρεισήμισι χρόνων της Κατοχής, μονάδες της Βέρμαχτ και των Βάφεν ΣΣ προκάλεσαν ανυπολόγιστο όλεθρο. Όταν ο Στούρε Λινέρ, μέλος της Σουηδικής αποστολής του Ερυθρού Σταυρού, επισκέφτηκε το χωριό Δίστομο, λίγο αφότου οι κάτοικοί του είχαν σφαγιασθεί τον Ιούνιο του 1944, συνάντησε πτώματα, ορισμένα εκ των οποίων έδειχναν ακόμη κάποια σημάδια ζωής, καρφωμένα με ξιφολόγχες στην δεντροστοιχία που οδηγούσε στο χωριό. Περισσότεροι από πεντακόσιοι άντρες εκτελέστηκαν στα Καλάβρυτα και 317 κάτοικοι σφαγιάσθηκαν στο χωριό Κομμένο. Αν ένας Γερμανός δεχόταν επίθεση ή δολοφονούνταν, σύμφωνα με διάταγμα, εκτελούνταν 50 με 100 όμηροι ως αντίποινα. Τα βασανιστήρια ήταν πια καθημερινό φαινόμενο. Για να αποθαρρύνουν τυχόν απόπειρες δολιοφθοράς των σιδηροδρομικών γραμμών, έβαζαν τους ομήρους σε ανοιχτά βαγόνια καλυμμένα με αγκαθωτό συρματόπλεγμα, τις περίφημες «κλούβες», ώστε να δεχτούν εκείνοι όλη την ισχύ τυχόν εκρηκτικού φορτίου.
Καθώς οι Γερμανοί αποχωρούσαν από την Ελλάδα τον Οκτώβριο του 1944 καταπιάστηκαν με την τακτική της καμένης γης. Παραδείγματος χάριν, η διώρυγα της Κορίνθου δεν άνοιξε εκ νέου ως δίαυλος ναυσιπλοΐας μέχρι και το 1949. Στο βιβλίο «Οι θυσίες της Ελλάδας στο Β’ Παγκόσμιο Πόλεμο», που εκδόθηκε το 1946 από το Υπουργείο Ανοικοδόμησης, ο Κωνσταντίνος Δοξιάδης υπολόγισε ότι στην διάρκεια της Κατοχής, 1.200.000 Έλληνες έμειναν άστεγοι και πέντε χιλιάδες σχολεία καταστράφηκαν ολοσχερώς. Πολλοί Έλληνες θεωρούν τις πολεμικές αποζημιώσεις της Γερμανίας ανεπαρκείς και μέχρι σήμερα γίνονται απόπειρες αναζωπύρωσης παλαιότερων διεκδικήσεων. Αν μη τι άλλο, από τους κατοίκους του Διστόμου.
Ελάχιστοι από τους εγκληματίες πολέμου που ήταν υπεύθυνοι για αυτές τις κτηνωδίες οδηγήθηκαν στην δικαιοσύνη μετά τον πόλεμο. Ο Στρατηγός Βίλχαιμ Σπίντελ, ο στρατιωτικός διοικητής στην Ελλάδα, και κατά συνέπεια ο άνθρωπος που είχε την συνολική ευθύνη των εγκλημάτων που διαπράχθηκαν από τα στρατεύματα, καταδικάστηκε σε εικοσαετή κάθειρξη στην δίκη της Νυρεμβέργης. Τρία χρόνια αργότερα αφέθηκε ελεύθερος. Ο Μαξ Μέρτεν, που επηρέασε άμεσα την μοίρα της Εβραϊκής κοινότητας της Θεσσαλονίκης, συνελήφθη το 1957 σε ένα απερίσκεπτο ταξίδι του στην Ελλάδα. Κατηγορήθηκε για εγκλήματα πολέμου και καταδικάστηκε σε 25 χρόνια κάθειρξη. Όμως, αυτοστιγμεί, του δόθηκε χάρη από τον τότε Πρωθυπουργό, Κωνσταντίνο Καραμανλή, ο οποίος εναγωνίως απέφυγε να διακινδυνεύσει τυχόν γερμανική βοήθεια. Στην Γερμανία, αποζημιώθηκε από την Ομοσπονδιακή κυβέρνηση για τον διάστημα που πέρασε στις ελληνικές φυλακές.
Ελάχιστοι θα υποστήριζαν πως οι «αμαρτίες γονέων» θα έπρεπε να «παιδεύουσι τέκνα», γι’ αυτό και η μεταπολεμική Γερμανία έχει κάνει εντυπωσιακές προσπάθειες να ξορκίσει τα φαντάσματα της πρόσφατης ιστορίας της. Οπότε είναι άδικο, αν και αναμενόμενο, οι γελοιογραφίες του Ελληνικού Τύπου να σατιρίζουν την Ανγκελα Μέρκελ με καρικατούρες και τίτλους διαμαρτυρίας, και να την παρουσιάζουν ως Ναζί. Όμως η πικρία, η αγανάκτηση και η απογοήτευση που αντανακλούν θα έπρεπε να γίνουν κατανοητές στο πλαίσιο ότι έχουν συμβεί φοβερές ωμότητες από την Βέρμαχτ σε οποιοδήποτε μέρος της κατεχόμενης Ευρώπης.
Παρά το γεγονός ότι η Μεγάλη Βρετανία δεν είναι μέλος της ευρωζώνης, ο Ντέιβιντ Κάμερον συμπράττει με την Μέρκελ απειλώντας τους απείθαρχους Έλληνες. Πριν από λίγο καιρό, ο Κάμερον στην πρώτη του επίσκεψη στις Ηνωμένες Πολιτείες ως Πρωθυπουργός, δήλωσε σε συνέντευξή του στις ειδήσεις του ABC ότι, το 1940, η Βρετανία ήταν μικρός εταίρος της Αμερικής στον αντι-ναζιστικό αγώνα. Στην πραγματικότητα, το 1940, μετά την πτώση της Γαλλίας, ο μόνος ενεργός σύμμαχος της Βρετανίας ήταν η Ελλάδα. Λίγες εβδομάδες μετά την έναρξη του Blitz, το θέαμα του ελληνικού στρατού να εκδιώκει από την χώρα επίδοξους Ιταλούς εισβολείς πίσω στην Αλβανία, ενέπνευσε ένα εντυπωσιακό κύμα φιλελληνικού ενθουσιασμού. Οι Γερμανοί υποχρεώθηκαν να προστρέξουν σε βοήθεια των Ιταλών, και τον Απρίλιο του 1941 κατατρόπωσαν τις εκστρατευτικές δυνάμεις της Βρετανίας, της Αυστραλίας και της Νέας Ζηλανδίας που είχαν σταλεί σε μία καταδικασμένη απόπειρα υποστήριξης του πιεζόμενου ελληνικού στρατού. Πολλοί Έλληνες διακινδύνευσαν, όμως λίγοι έχασαν την ζωή τους βοηθώντας Βρετανούς λιποτάκτες και φυγάδες να φτάσουν στην Μέση Ανατολή.
Και η Κριστίν Λαγκάρντ έχει προσχωρήσει στον χορό των επικριτών. Ασφαλώς, δικαίως επισημαίνει την μαζική φοροδιαφυγή Ελλήνων εφοπλιστών, εύπορων επιχειρηματιών και αυτοαπασχολούμενων, ιδίως δικηγόρων και γιατρών( καθώς, λιγότερο από το 1/3 αυτών δηλώνουν εισοδήματα υψηλότερα των 12,000 ευρώ) ως μία από τις κυριότερες αιτίες της σημερινής συσσώρευσης χρέους. Πράγματι, η Ελλάδα είναι μία χώρα όπου μονάχα τα «ανθρωπάκια» πληρώνουν φόρους. Το σημαντικό δεν είναι ότι η Λαγκάρντ απολαμβάνει έναν παχυλό, αφορολόγητο μισθό ως επικεφαλής του ΔΝΤ, όμως δεν χωράει αμφιβολία πως η επισήμανσή της ότι έχει έρθει η ώρα να «πληρώσει» η Ελλάδα, προκαλεί μόνο δυσαρέσκεια. Στο μεταξύ, δυο λόγια μεταμέλειας, αν όχι λόγια απολογητικά, (από την Μέρκελ) για τα εγκλήματα πολέμου της Γερμανίας που υπάρχουν ακόμα στη μνήμη, και η αναγνώριση (από τον Κάμερον) των θυσιών των Ελλήνων του παρελθόντος στον κοινό αγώνα κατά του φασισμού, που επίσης αποτελούν ζωντανή μνήμη, δεν θα πήγαιναν στο βρόντο.